Πακέτο Εργασίας 1 – Περίληψη
Πακέτο Εργασίας 1 – Περίληψη
Μαζί με την κλιματική αλλαγή, τα μη αυτόχθονα είδη (Non – native species – NNS) αναγνωρίζονται ευρέως ως μια από τις κυριότερες απειλές για την υδρόβια βιοποικιλότητα και την ανθρώπινη ευημερία. Η πρώτη Ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα μη αυτόχθονα είδη και ειδικότερα για την αντιμετώπιση των χωροκατακτητικών ξένων ειδών (Invasive Alien Species – IAS) τέθηκε σε ισχύ το 2014 μέσω του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1143/2014 και αφορά «Την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών». Σύμφωνα με τον Κανονισμό, τα Κράτη Μέλη θα πρέπει να λάβουν μέτρα για τους τρόπους ακούσιας εισόδου χωροκατακτητικών ξένων ειδών, για την έγκαιρη ανίχνευση και ταχεία εξάλειψη, καθώς και για τη διαχείριση ειδών που έχουν ήδη εξαπλωθεί ευρέως στην επικράτεια του κάθε Κράτους Μέλους. Ωστόσο δεν είναι ακόμη γνωστό εάν ο συγκεκριμένος κανονισμός έχει επιφέρει μέτρα σε Βαλκανικές χώρες εκτός της Ε.Ε, παρότι τα Κράτη Μέλη υποχρεούνται να συνάψουν συνεργασίες με τρίτες χώρες, όσον αφορά τον Κανονισμό για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη (Άρθρο 22). Τα μη αυτόχθονα είδη και γενικά η βιοποικιλότητα βρίσκονται χαμηλά στην ατζέντα προτεραιότητας πολλών χωρών, το οποίο ισχύει ιδίως για Ευρωπαϊκές χώρες εκτός της Ε.Ε. Επιπλέον, χώρες οι οποίες δεν συνορεύουν με την Ε.Ε δεν υποχρεούνται να θέσουν σε εφαρμογή τις νομοθεσίες και τους κανονισμούς της, όσον αφορά τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, με αποτέλεσμα αυτό να αφήνει ανοιχτούς τρόπους εισόδου των ειδών αυτών. Ως εκ τούτου, οι στόχοι και οι εργασίες που αφορούν τα μη αυτόχθονα είδη στα Δυτικά Βαλκάνια στο πλαίσιο του Πακέτου Εργασίας 1 ανέλυαν τις: (1) υπάρχουσες πολιτικές για τα μη αυτόχθονα είδη, (2) τους περιβαλλοντικούς ορισμούς και τα σχέδια διαχείρισης, (3) το εκπαιδευτικό επίπεδο και τις εκπαιδευτικές πρακτικές και (4) την κοινωνικοοικονομική αντίληψη. Επιπλέον, αναπτύσσονται πρακτικές διαχείρισης κινδύνου αλλά και σχέδια πορείας για την εφαρμογή και τη διαχείριση κινδύνου των μη αυτόχθονων ειδών στα Δυτικά Βαλκάνια. Παράλληλα αναλύθηκε και το επίπεδο εκπαίδευσης, όσον αφορά τα είδη αυτά.
Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 1143/2014 για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, εφαρμόζεται στις Ευρωπαϊκές Χώρες του Προγράμματος (Ιταλία, Ελλάδα και Κροατία) και στο Μαυροβούνιο σαν Κράτος Συνεργάτης του προγράμματος. Η Αλβανία, και η Βοσνία – Ερζεγοβίνη δεν ανέφεραν κάποια συγκεκριμένη πολιτική όσον αφορά τα μη αυτόχθονα ξένα είδη. Ένα επιπλέον πρόβλημα στην Βοσνία – Ερζεγοβίνη είναι η πολυπλοκότητα της κυβερνητικής δομής και η έλλειψη ενός μοναδικού νομοθετικού πλαισίου σε εθνικό επίπεδο. Η περιβαλλοντική προστασία στην Αλβανία είναι περισσότερο προσανατολισμένη στη θαλάσσια βιοποικιλότητα από ότι στην βιοποικιλότητα των εσωτερικών υδάτων. Αντίστοιχα οι εθνικές λίστες μη αυτόχθονων ειδών δεν είναι αρκετά εξελιγμένες στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων ενώ χρειάζονται επικαιροποίηση. Έχουν αναφερθεί διάφοροι ορισμοί όσον αφορά τα μη αυτόχθονα είδη, οι οποίοι συνήθως ρυθμίζονται από τη νομοθεσία των χωρών στις οποίες έχει ήδη εφαρμοστεί νομοθεσία για τα χωροκατακτητικά είδη. Προγράμματα παρακολούθησης ειδικά σχεδιασμένα για μη αυτόχθονα ξένα είδη δεν έχουν ξεκινήσει σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες του Προγράμματος, εκτός της Κροατίας και της Ελλάδας. Προφανώς, η έλλειψη χρηματοδότησης αποτρέπει τις χώρες να δραστηριοποιηθούν στον τομέα αυτόν. Εργαλεία Διαχείρισης Κινδύνου όπως το AS-ISK έχουν χρησιμοποιηθεί μόνο σε ακαδημαϊκό επίπεδο, αλλά η Διαχείριση Κινδύνου μη αυτόχθονων ειδών δεν έχει χρησιμοποιηθεί πραγματικά σε καμία από τις χώρες που έγιναν οι αναλύσεις. Οι περισσότερες χώρες αντιμετωπίζουν τα μη αυτόχθονα είδη μέσω εκπαιδευτικών δράσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων τα οποία αντιπροσωπεύουν την κύρια εκπαιδευτική πρακτική πάνω στα μη αυτόχθονα ξένα είδη. Χώρες του Προγράμματος, όπως η Κροατία και η Τουρκία και χώρες συνεργάτες του προγράμματος όπως η Αλβανία και η Βοσνία – Ερζεγοβίνη έχουν αναπτύξει προπτυχιακές και μεταπτυχιακές / διδακτορικές διαλέξεις με θέμα τις οικολογικές και / ή κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις των μη αυτόχθονων και χωροκατακτητικών ξένων ειδών.
Το εκπαιδευτικό επίπεδο όσον αφορά τα ξενικά είδη, συμβαδίζει με το επίπεδο εφαρμογής των κανονισμών για τα μη αυτόχθονα είδη το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο. Η ευαισθητοποίηση των πολιτών και η εκπαιδευτική τους επάρκεια σχετικά με τα μη αυτόχθονα είδη στις Χώρες Συνεργάτες του Προγράμματος είναι ελάχιστη ενώ εντοπίστηκαν και διαφορετικά επίπεδα προσέγγισης. Οι ομάδες στόχοι των εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τα μη αυτόχθονα ξένα είδη στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων δύναται να είναι μαθητές, εμπλεκόμενοι σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην αλιεία, τη γεωργία, τη βιομηχανία του τουρισμού (Εθνικά Πάρκα, σύλλογοι αλιέων, αθλητικοί σύλλογοι, ψυχαγωγικοί σύλλογοι κ.α) και ενδιαφερόμενοι όπως υπεύθυνοι για την χάραξη πολιτικών ( τοπικές αυτοδιοικήσεις και κεντρικές κυβερνητικές αρχές). Σύμφωνα με την τρέχουσα κατάσταση στις Χώρες Συνεργάτες των Δυτικών Βαλκανίων αναγνωρίστηκαν οι παρακάτω ευκαιρίες:
-
ανάπτυξη της Εθνικής Στρατηγικής και Δράσης για τα Χωροκατακτητικά ξένα είδη
-
ανάπτυξη συμπαγούς εθνικής νομοθεσίας σύμφωνα με το σχέδιο Στρατηγικής και Δράσης
-
επικοινωνιακή στρατηγική εντός και εκτός συνόρων
-
καλύτερο έλεγχο των εισαγωγών, απελευθερώσεων και εγκατάσταση νέων ειδών
-
καθιέρωση συνοριακού ελέγχου και βιοασφάλειας
-
ανάλυση κινδύνου
-
ανάπτυξη στρατηγικής ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης
-
και την ανάπτυξη εκπαιδευτικής στρατηγικής, βασισμένη σε συγκεκριμένες ομάδες στόχους. Μέσω της συλλογικής προσπάθειας και επιτυχής επικοινωνίας, αυτές οι ευκαιρίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στα Δυτικά Βαλκάνια για την αποφυγή περεταίρω μείωση της βιοποικιλότητας.